Το ΝΑΤΟ ολοκληρώνει την τεχνική προετοιμασία στρατιωτικής επέμβασης στη Συρία, ενώ, αν πιστέψουμε την ισραηλινή ιστοσελίδα Debka, που φημολογείται ότι συνδέεται με μυστικές υπηρεσίες, ο
Πούτιν προειδοποίησε με έντονο τρόπο ΗΠΑ και Ισραήλ εναντίον τέτοιας
προοπτικής, διατάσσοντας επιτάχυνση παραδόσεων ρωσικών όπλων στη Δαμασκό.
Οι Αμερικανοί πιέζουν ταυτόχρονα τον Ερντογάν να δεχθεί στάθμευση ισραηλινών αεροσκαφών στη χώρα του. Η συριακή πολιτική της Τουρκίας δημιουργεί όμως έντονα πολιτικά προβλήματα στους Ισλαμιστές, ιδίως μετά την ισραηλινή αεροπορική επιδρομή στη Δαμασκό.
Θυμίζουμε ότι κλιμάκωση της συριακής σύρραξης ενέχει τον κίνδυνο καταστροφής του συριακού χριστιανισμού. Η κοινότητα των Σύρων Χριστιανών, όπως και η αποδεκατισθείσα/μεταναστεύσασα κοινότητα των Χριστιανών του Ιράκ ήταν οι δύο αρχαιότερες στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και η παρουσία τους παράγων «ειρήνης των πολιτισμών». Απορεί κανείς και με την ελληνική στάση, ιδίως στο θέμα της απαγωγής. Έλληνικές οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στη Συρία και κουρδικές πηγές διερωτώνται γιατί το ΥΠΕΞ δεν συνεργάζεται μαζί τους.
Η προετοιμασία της επέμβασης περιλαμβάνει την Ελλάδα, από την οποία ζητείται η συνδρομή σε υποδοχή πολύ μεγάλου αριθμού προσφύγων, η χρησιμοποίηση Ελλήνων πιλότων της Πολεμικής Αεροπορίας, χωρίς ελληνικά σήματα στους βομβαρδισμούς και η αναβάθμιση της Σούδας μεταξύ άλλων. Σύμφωνα με πληροφορίες, έχουν βγει επίσης στην «πιάτσα» προς άγραν συνταξιούχων πιλότων, που εξαθλιώνονται εξαιτίας των συντάξεων πείνας. Οι Ελληνες πιλότοι θεωρούνται οι καλύτεροι στο ΝΑΤΟ. Πληροφορίες αξιόπιστων πηγών, που χρήζουν όμως περαιτέρω επιβεβαίωσης, κάνουν λόγο εξάλλου για συμφωνία χρήσης από το Ισραήλ των αεροδρομίων Πάφου και Δυτικής Ελλάδας για σκοπούς διασποράς, σε περίπτωση πολύ μεγάλου πολέμου κατά του Ιράν, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για Ελλάδα-Κύπρο.
Τα συμβαίνοντα στη Συρία, μετά τη Λιβύη και την Αφρική, επιβεβαιώνουν ότι αυτό που παρακολουθούμε δεν είναι τόσο παροξυσμός εσωτερικών προβλημάτων χωρών και καθεστώτων, που ασφαλώς υπάρχουν, αλλά η χρήση τους στα πλαίσια της μεγαλύτερης νεοαποικιακής επιχείρησης της νεώτερης εποχής, της δημιουργίας και του ελέγχου (μέσω αιματηρού χάους) της «ευρείας Μέσης Ανατολής», εγχείρημα που άρχισε με τους πολέμους σε Αφγανιστάν-Ιράκ.
Η κατάσταση είναι δυνητικά τόσο εκρηκτική, που ο Μπρεζίνσκι, εκφραστής των «περιστεριών» στη Μέση Ανατολή, εχθρικός προς την επιρροή Νετανιάχου στην αμερικανική πολιτική, ζήτησε δημόσια αυτοσυγκράτηση από τον Ομπάμα, «χαμογελαστό Πρόεδρο που βομβαρδίζει». Τόνισε επίσης την ανάγκη αποφυγής κλιμάκωσης «κυβερνοπολέμων», όπως αυτός που διεξήχθη με αποστολή ιών στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν.
Οι εξελίξεις θέτουν εκ νέου επί τάπητος το ερώτημα κατά πόσον πίσω από τους «οικονομικούς πολέμους» κατά Ελλάδας και Κύπρου υπάρχει (και ποια) κρυμμένη «γεωπολιτική ατζέντα», που μπορεί να σχετίζεται τόσο με το εγχείρημα στη Μέση Ανατολή, όσο και με πιθανή επιδίωξη δημιουργίας μηχανισμών διάλυσης της ΕΕ (σε αντιδραστική κατεύθυνση) ή πάντως ελέγχου τυχόν τέτοιας διάλυσης. Και ατζέντα άλλωστε να μην υπάρχει, υπάρχουν γεωπολιτικές συνέπειες και πολύ μεγάλες. Δεν μπορούμε να καταλάβουμε πολλά πράγματα για τη Συρία, περιοριζόμενοι στις σχέσεις των κοινοτήτων της, για την Κύπρο επικεντρωνόμενοι αποκλειστικά στις σχέσεις Ελληνοκυπρίων/Τουρκοκυπρίων ή την Ελλάδα, ξεχνώντας την ιστορία και γεωγραφία της.
Η ιστορική εμπειρία είναι εξόχως διαφωτιστική επ’ αυτού. Από την εποχή των Σταυροφόρων, ο έλεγχος του ελληνικού χώρου θεωρήθηκε απαραίτητη προϋπόθεση υποψήφιων κατακτητών είτε της ισλαμικής, είτε της ρωσικής Ανατολής. Ο Χίτλερ έχασε πολύτιμο χρόνο και δυνάμεις στον σκοπό αυτό, προτού στραφεί κατά της Ρωσίας (1941). Ο Τσώρτσιλ το 1944 τάδωσε όλα στον Στάλιν για να πάρει τον έλεγχο της Ελλάδας, προτού η Δύση εξαπολύσει τον Ψυχρό Πόλεμο. Ολόκληρη η μεταπολεμική πολιτική μας ιστορία, ιδίως το ελληνικό (1967) και το κυπριακό πραξικόπημα (1974), ερμηνεύονται επαρκώς από την προσπάθεια ελέγχου της Κύπρου.
‘Όχι μόνο η ρωσική παρουσία είναι παγίως και εντελώς ανεπιθύμητη από τους Δυτικούς σε Ελλάδα-Κύπρο, αλλά και οι Ευρωπαίοι γίνονται δεκτοί μόνο ως οικονομική, όχι ως στρατηγική παρουσία από τις ΗΠΑ, που μας θεωρούν αποκλειστικό στρατηγικό τους χώρο. Βασικός λόγος εχθρότητας προς τον πρεσβύτερο Καραμανλή ήταν τα ανοίγματα στον Ντε Γκωλ (1962). Τα ‘Ιμια (1996) πιθανώς σχεδιάστηκαν όχι μόνο για να συρθεί η Αθήνα σε διαπραγμάτευση για Αιγαίο-Κύπρο, αλλά και να δοθεί κατάλληλο μήνυμα προς Σημίτη-Γερμανία, για το ποιος κάνει εν τέλει κουμάντο εδώ – κάτι που σχεδόν διατύπωσε ανοιχτά στις Βρυξέλλες τότε ο Χόλμπρουκ.
Με δεδομένο το βάθος της ελληνικής κρίσης, χωρίς προηγούμενο για ειρηνική περίοδο στη δυτική οικονομική ιστορία, και το ακόμα μεγαλύτερο της επερχόμενης κυπριακής, χωρίς σύγκριση με οτιδήποτε συμβαίνει οπουδήποτε αλλού, εγείρεται το ερώτημα κατά πόσον υπάρχουν στρατηγικές που επιδιώκουν να πλήξουν, μέσω Ελλάδας-Κύπρου, το όλο εγχείρημα ευρωπαϊκής ενοποίησης. Ο συγκεκριμένος τύπος ενοποίησης είναι απαράδεκτος και αντιδραστικός, το πραγματικό πολιτικό ζήτημα είναι όμως πού και πώς θα πάμε φεύγοντας από εδώ, πώς θα πάμε σε καλύτερη, όχι σε χειρότερη κατάσταση.
Δεν είναι δυνατόν επομένως το ζήτημα του νομίσματος να εξετάζεται μόνο ως τεχνικό θέμα συναλλαγματικής ισοτιμίας, χωρίς επίγνωση του μεγέθους των στρατηγικών συνεπειών, ούτε η παγκόσμια κρίση και η παγκοσμιοποίηση να ανάγονται/περιορίζονται σε ζήτημα αρχιτεκτονικής του ευρώ. Κάνοντάς το κινδυνεύουμε να λειτουργήσουμε ως «χρήσιμοι ηλίθιοι». Θα επιστρέψουμε όμως στο θέμα λόγω της τεράστιας σημασίας του.
Οι Αμερικανοί πιέζουν ταυτόχρονα τον Ερντογάν να δεχθεί στάθμευση ισραηλινών αεροσκαφών στη χώρα του. Η συριακή πολιτική της Τουρκίας δημιουργεί όμως έντονα πολιτικά προβλήματα στους Ισλαμιστές, ιδίως μετά την ισραηλινή αεροπορική επιδρομή στη Δαμασκό.
Θυμίζουμε ότι κλιμάκωση της συριακής σύρραξης ενέχει τον κίνδυνο καταστροφής του συριακού χριστιανισμού. Η κοινότητα των Σύρων Χριστιανών, όπως και η αποδεκατισθείσα/μεταναστεύσασα κοινότητα των Χριστιανών του Ιράκ ήταν οι δύο αρχαιότερες στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και η παρουσία τους παράγων «ειρήνης των πολιτισμών». Απορεί κανείς και με την ελληνική στάση, ιδίως στο θέμα της απαγωγής. Έλληνικές οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στη Συρία και κουρδικές πηγές διερωτώνται γιατί το ΥΠΕΞ δεν συνεργάζεται μαζί τους.
Η προετοιμασία της επέμβασης περιλαμβάνει την Ελλάδα, από την οποία ζητείται η συνδρομή σε υποδοχή πολύ μεγάλου αριθμού προσφύγων, η χρησιμοποίηση Ελλήνων πιλότων της Πολεμικής Αεροπορίας, χωρίς ελληνικά σήματα στους βομβαρδισμούς και η αναβάθμιση της Σούδας μεταξύ άλλων. Σύμφωνα με πληροφορίες, έχουν βγει επίσης στην «πιάτσα» προς άγραν συνταξιούχων πιλότων, που εξαθλιώνονται εξαιτίας των συντάξεων πείνας. Οι Ελληνες πιλότοι θεωρούνται οι καλύτεροι στο ΝΑΤΟ. Πληροφορίες αξιόπιστων πηγών, που χρήζουν όμως περαιτέρω επιβεβαίωσης, κάνουν λόγο εξάλλου για συμφωνία χρήσης από το Ισραήλ των αεροδρομίων Πάφου και Δυτικής Ελλάδας για σκοπούς διασποράς, σε περίπτωση πολύ μεγάλου πολέμου κατά του Ιράν, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για Ελλάδα-Κύπρο.
Τα συμβαίνοντα στη Συρία, μετά τη Λιβύη και την Αφρική, επιβεβαιώνουν ότι αυτό που παρακολουθούμε δεν είναι τόσο παροξυσμός εσωτερικών προβλημάτων χωρών και καθεστώτων, που ασφαλώς υπάρχουν, αλλά η χρήση τους στα πλαίσια της μεγαλύτερης νεοαποικιακής επιχείρησης της νεώτερης εποχής, της δημιουργίας και του ελέγχου (μέσω αιματηρού χάους) της «ευρείας Μέσης Ανατολής», εγχείρημα που άρχισε με τους πολέμους σε Αφγανιστάν-Ιράκ.
Η κατάσταση είναι δυνητικά τόσο εκρηκτική, που ο Μπρεζίνσκι, εκφραστής των «περιστεριών» στη Μέση Ανατολή, εχθρικός προς την επιρροή Νετανιάχου στην αμερικανική πολιτική, ζήτησε δημόσια αυτοσυγκράτηση από τον Ομπάμα, «χαμογελαστό Πρόεδρο που βομβαρδίζει». Τόνισε επίσης την ανάγκη αποφυγής κλιμάκωσης «κυβερνοπολέμων», όπως αυτός που διεξήχθη με αποστολή ιών στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν.
Οι εξελίξεις θέτουν εκ νέου επί τάπητος το ερώτημα κατά πόσον πίσω από τους «οικονομικούς πολέμους» κατά Ελλάδας και Κύπρου υπάρχει (και ποια) κρυμμένη «γεωπολιτική ατζέντα», που μπορεί να σχετίζεται τόσο με το εγχείρημα στη Μέση Ανατολή, όσο και με πιθανή επιδίωξη δημιουργίας μηχανισμών διάλυσης της ΕΕ (σε αντιδραστική κατεύθυνση) ή πάντως ελέγχου τυχόν τέτοιας διάλυσης. Και ατζέντα άλλωστε να μην υπάρχει, υπάρχουν γεωπολιτικές συνέπειες και πολύ μεγάλες. Δεν μπορούμε να καταλάβουμε πολλά πράγματα για τη Συρία, περιοριζόμενοι στις σχέσεις των κοινοτήτων της, για την Κύπρο επικεντρωνόμενοι αποκλειστικά στις σχέσεις Ελληνοκυπρίων/Τουρκοκυπρίων ή την Ελλάδα, ξεχνώντας την ιστορία και γεωγραφία της.
Η ιστορική εμπειρία είναι εξόχως διαφωτιστική επ’ αυτού. Από την εποχή των Σταυροφόρων, ο έλεγχος του ελληνικού χώρου θεωρήθηκε απαραίτητη προϋπόθεση υποψήφιων κατακτητών είτε της ισλαμικής, είτε της ρωσικής Ανατολής. Ο Χίτλερ έχασε πολύτιμο χρόνο και δυνάμεις στον σκοπό αυτό, προτού στραφεί κατά της Ρωσίας (1941). Ο Τσώρτσιλ το 1944 τάδωσε όλα στον Στάλιν για να πάρει τον έλεγχο της Ελλάδας, προτού η Δύση εξαπολύσει τον Ψυχρό Πόλεμο. Ολόκληρη η μεταπολεμική πολιτική μας ιστορία, ιδίως το ελληνικό (1967) και το κυπριακό πραξικόπημα (1974), ερμηνεύονται επαρκώς από την προσπάθεια ελέγχου της Κύπρου.
‘Όχι μόνο η ρωσική παρουσία είναι παγίως και εντελώς ανεπιθύμητη από τους Δυτικούς σε Ελλάδα-Κύπρο, αλλά και οι Ευρωπαίοι γίνονται δεκτοί μόνο ως οικονομική, όχι ως στρατηγική παρουσία από τις ΗΠΑ, που μας θεωρούν αποκλειστικό στρατηγικό τους χώρο. Βασικός λόγος εχθρότητας προς τον πρεσβύτερο Καραμανλή ήταν τα ανοίγματα στον Ντε Γκωλ (1962). Τα ‘Ιμια (1996) πιθανώς σχεδιάστηκαν όχι μόνο για να συρθεί η Αθήνα σε διαπραγμάτευση για Αιγαίο-Κύπρο, αλλά και να δοθεί κατάλληλο μήνυμα προς Σημίτη-Γερμανία, για το ποιος κάνει εν τέλει κουμάντο εδώ – κάτι που σχεδόν διατύπωσε ανοιχτά στις Βρυξέλλες τότε ο Χόλμπρουκ.
Με δεδομένο το βάθος της ελληνικής κρίσης, χωρίς προηγούμενο για ειρηνική περίοδο στη δυτική οικονομική ιστορία, και το ακόμα μεγαλύτερο της επερχόμενης κυπριακής, χωρίς σύγκριση με οτιδήποτε συμβαίνει οπουδήποτε αλλού, εγείρεται το ερώτημα κατά πόσον υπάρχουν στρατηγικές που επιδιώκουν να πλήξουν, μέσω Ελλάδας-Κύπρου, το όλο εγχείρημα ευρωπαϊκής ενοποίησης. Ο συγκεκριμένος τύπος ενοποίησης είναι απαράδεκτος και αντιδραστικός, το πραγματικό πολιτικό ζήτημα είναι όμως πού και πώς θα πάμε φεύγοντας από εδώ, πώς θα πάμε σε καλύτερη, όχι σε χειρότερη κατάσταση.
Δεν είναι δυνατόν επομένως το ζήτημα του νομίσματος να εξετάζεται μόνο ως τεχνικό θέμα συναλλαγματικής ισοτιμίας, χωρίς επίγνωση του μεγέθους των στρατηγικών συνεπειών, ούτε η παγκόσμια κρίση και η παγκοσμιοποίηση να ανάγονται/περιορίζονται σε ζήτημα αρχιτεκτονικής του ευρώ. Κάνοντάς το κινδυνεύουμε να λειτουργήσουμε ως «χρήσιμοι ηλίθιοι». Θα επιστρέψουμε όμως στο θέμα λόγω της τεράστιας σημασίας του.
(ΠΗΓΗ: εφημερίδα Αυγή της Κυριακής)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου