Tους κυβερνητικούς
πανηγυρισμούς ακυρώνουν αναλυτές και ξένοι οίκοι σχετικά με την πορεία της
ελληνικής οικονομίας, θεωρώντας δεδομένη τη λήψη ενός νέου δανείου.
Μόλις μία εβδομάδα μετά την επιστροφή της χώρας στις αγορές ομολόγων,
σειρά εκθέσεων ξένων οίκων εκφράζουν έντονες αμφιβολίες σχετικά με το
κυβερνητικό «success story», καθώς εκτιμούν ότι τα δύσκολα δεν πέρασαν,
με την ύφεση να συνεχίζει να αποτελεί βόμβα στα θεμέλια του ελληνικού
προγράμματος.
Μαζί με τους ξένους οίκους, στο ίδιο μήκος κύματος αμφισβήτησης
της κυβερνητικής αισιοδοξίας για έξοδο από την κρίση και τέλος των
Μνημονίων κινούνται και οι ξένοι αξιωματούχοι. Χαρακτηριστικότερο
παράδειγμα, οι δηλώσεις του επικεφαλής του Eurogroup Γερούν
Ντάισελμπλουμ.
Ο κ. Ντάισελμπλουμ αμέσως μετά την ολοκλήρωση της δημοπρασίας
των ελληνικών ομολόγων δήλωσε επιφυλακτικός, τονίζοντας ότι δεν
ταυτίζεται με τους υπεραισιόδοξους ανθρώπους, που λένε ότι αυτό είναι το
τέλος του ελληνικού προβλήματος, καθώς όπως είπε η Ελλάδα έχει ακόμη
πολύ δρόμο να διανύσει. Οι δηλώσεις Ντάισελμπλουμ προφανώς και δεν ήταν τυχαίες, καθώς
Κομισιόν και ΔΝΤ θέλουν να γίνει ξεκάθαρο στην Ελλάδα ότι για να υπάρξει
συμφωνία για τη διαχείριση του χρέους, ώστε αυτό να καταστεί βιώσιμο,
πρέπει να ολοκληρωθεί η συμφωνία και για το νέο δάνειο, η οποία θα
συνοδεύεται με ακόμα ένα κείμενο γεμάτο με νέες δεσμεύσεις που πρέπει να
υπογράψει η κυβέρνηση.
Το μήνυμα του Ντάισελμπλουμ ήταν σαφές. «Η ελληνική κυβέρνηση
φιλοδοξεί να μη χρειαστεί ένα νέο πρόγραμμα (στήριξης), αλλά εάν δει
κανείς το μέγεθος του κρατικού χρέους και τις αναχρηματοδοτικές της
ανάγκες για τα επόμενα δύο χρόνια, εξακολουθεί ακόμη να υπάρχει μια
μείζων πρόκληση για την Ελλάδα», ανέφερε ο ίδιος.
Αντίστοιχες δηλώσεις έκανε και ο Ρεζά Μογκαντάμ, επικεφαλής του
ευρωπαϊκού τμήματος του ΔΝΤ: «Οι χρηματοδοτικές ανάγκες για τα επόμενα
δύο έτη είναι πολύ υψηλές. Θα υπάρχει ανάγκη για χρηματοδότηση».
Στις δηλώσεις των δύο αξιωματούχων ήρθαν να προστεθούν και οι
εκτιμήσεις γερμανικών think tanks (μεταξύ αυτών το DIW του Βερολίνου, το
WIFO, το Ifo και το Πανεπιστήμιο του Κιέλου), τα οποία εκτιμούν ότι
δεδομένης της εικόνας της ελληνικής οικονομίας και σε συνδυασμό με το
γεγονός πως η χώρα έχει μεγάλες ανάγκες αναχρηματοδότησης χρέους τη
διετία 2015-2016, η Ελλάδα δεν θα καταφέρει λόγω «οικονομικής αδυναμίας»
να καλύψει τις ανάγκες χρηματοδότησης από τις αγορές. Ως εκ τούτου,
θεωρείται ότι την εξεταζόμενη περίοδο θα απαιτηθεί χρηματοδοτική
συνδρομή από τους εταίρους, αναφέρουν οι Γερμανοί.
Είναι προφανές ότι η κυβέρνηση όσο και αν θέλει να
υποτιμήσει, εξαιτίας της προεκλογικής περιόδου, τις εκτιμήσεις των ξένων
για τη λήψη νέου δανείου, αμέσως μετά το Πάσχα θα βρεθεί αντιμέτωπη με
τις ισχυρές πιέσεις των εταίρων της για την κάλυψη του χρηματοδοτικού
κενού. Άλλωστε, οι εταίροι σε ανεπίσημες συζητήσεις χαρακτηρίζουν την
ελληνική έξοδος στις αγορές ως ένα πείραμα που πέτυχε, αλλά όχι ως
μόνιμη λύση στις ταμειακές ανάγκες της χώρας.
Πλέον θεωρείται δεδομένο ότι οι εταίροι-δανειστές θέλουν να
«δέσουν» τη χώρα με ακόμα ένα Μνημόνιο, ώστε να διασφαλίσουν ότι η
κυβέρνηση θα συνεχίσει την πιστή εφαρμογή των συμφωνηθέντων και
παράλληλα θα εξασφαλιστεί η αποπληρωμή των υφιστάμενων δανείων, με
αποτέλεσμα αμέσως μετά την ανακοίνωση της Eurostat για το ύψος του
πρωτογενούς πλεονάσματος, στις 23 Απριλίου, η συζήτηση που θα ξεκινήσει
για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους να συνδέεται άμεσα με τη λήψη
ακόμα ενός δανείου.
(ΠΗΓΗ: http://www.enet.gr/)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου