Παρά τους δημόσιους πανηγυρικούς λόγους της κυβέρνησης και της Υπουργού Παιδείας για την ψήφιση με επίπλαστη συναίνεση και διαδικασίες εξπρές του νέου Νόμου-Πλαισίου για την ανώτατη εκπαίδευση, στην πραγματικότητα πρόκειται για μια μαύρη σελίδα στην ιστορία του ελληνικού κοινοβουλίου.
30 χρόνια μετά την ψήφιση του πρωτοπόρου και ριζοσπαστικού νόμου 1268/82 για τον εκδημοκρατισμό των Πανεπιστημίων, μια άλλη κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ έρχεται να πλήξει με τον πιο χυδαίο τρόπο την ίδια τη δημοκρατική κουλτούρα και παράδοση που καλλιεργήθηκε και εμπεδώθηκε χάρις σε αυτόν. Αυτοί που μαζί τα έφαγαν, συνασπίστηκαν τώρα χωρίς αιδώ ώστε να αποδομήσουν ότι είχε μείνει όρθιο από τη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα που ενέσκηψε με την πιο ακραία μορφή της.
Η αντιπροσωπευτική συμμετοχή του συνόλου των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας στη διοίκηση των Πανεπιστημίων προβάλλεται σήμερα ως η ρίζα του κακού, που γέννησε τη διαπλοκή και τη διαφθορά και για το λόγο αυτό “επιβάλλεται να καταργηθεί”. Προωθείται λοιπόν, μια ακραία νεοφιλελεύθερη λογική που επιδιώκει τη “συμμόρφωση” των Πανεπιστημίων στις απαιτήσεις της οικονομίας της αγοράς, λειτουργώντας στα πρότυπα μιας Ανώνυμης Εταιρείας. Θα πρέπει να επισημανθεί, ότι η ίδια η κυβέρνηση προεκλογικά δεσμευόταν τόσο για την απόσυρση του νόμου της Γιαννάκου, όσο και για την αύξηση της χρηματοδότησης στην Παιδεία στο 5% του ΑΕΠ, πάγια αιτήματα της ακαδημαϊκής κοινότητας. Ο παρών νόμος που ψηφίστηκε σύσσωμος από νεοφιλελεύθερες, συντηρητικές και αντιδραστικές δυνάμεις έρχεται σε αντίθεση όχι μόνο με τις προεκλογικές δεσμεύσεις, αλλά και με τις ίδιες αρχές και τις αξίες μιας προοδευτικής παράταξης που ανήκει στο χώρο της κεντροαριστεράς. Με την ψήφιση του “νόμου” η τελευταία κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ έπραξε το ακριβώς αντίθετο, ενισχύοντας τη συντηρητική και αυταρχική λογική που διέπνεε το νόμο της Γιαννάκου μειώνοντας αντίστοιχα την ευθύνη της Πολιτείας για επαρκή χρηματοδότηση των Πανεπιστημίων. Το θεμελιώδες μάλιστα ζήτημα που αφορά τη διαφάνεια στη διαχείριση των κονδυλίων από τα ίδια τα πανεπιστήμια, όχι απλά δεν επιδιώκεται να λυθεί, αλλά αντίθετα αφαιρούνται δικλείδες ασφαλείας και ελέγχου που υπήρχαν μέχρι σήμερα. Κι αυτό γιατί, δίνονται υπέρμετρες εξουσίες σε ένα ολιγομελές όργανο, όπως το Συμβούλιο Διοίκησης, στο οποίο μάλιστα οι πρωτοβάθμιοι καθηγητές εκπροσωπούνται συντριπτικά εις βάρος των υπολοίπων μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας. Ταυτόχρονα υπάρχει ανάμειξη στη διοίκηση, ανθρώπων που προέρχονται από χώρους που στο παρελθόν έχουν αποδείξει την πλήρη αδιαφάνεια που τους διέπει (π.χ. τοπική αυτοδιοίκηση, επιμελητήρια).
Είναι αναντίρρητο πως στο εκπαιδευτικό σύστημα υπάρχει ποικιλία φαινομένων διαπλοκής, μία παθογένεια την οποία πρώτοι είχαμε εντοπίσει, προτείνοντας την ίδια στιγμή την εξυγίανσή της. Η διαπλοκή όμως, που αναμφισβήτητα υπάρχει στους κόλπους των πανεπιστημίων, προέρχεται πρωτίστως από εκείνη τη μερίδα πρωτοβάθμιων μελών ΔΕΠ, οι οποίοι αποτελούσαν πάντα τους υπηρέτες του συστήματος απορροφούμενοι από τον εκάστοτε κομματικό μηχανισμό. Ο νέος μάλιστα νόμος είναι κομμένος και ραμμένος για τη διατήρηση και ενίσχυση τέτοιων «φέουδων» εντός των ιδρυμάτων, επαναφέροντας ουσιαστικά τον αναχρονιστικό θεσμό της έδρας και ευνοώντας ένα χαοτικό σύστημα ολιγαρχίας. Η πρωτοφανής αφαίρεση δημοκρατικών κεκτημένων που συντελείται ολοκληρώνεται με την κατάργηση του ακαδημαϊκού ασύλου, ενός θεσμού που έχει λοιδορηθεί όσο κανείς άλλος, ο οποίος στη βάση του προασπίζει την ελεύθερη διακίνηση ιδεών εντός των πανεπιστημίων έναντι έξωθεν παρεμβάσεων.
Για πολλοστή φορά τις τελευταίες δεκαετίες μία κυβέρνηση επιδιώκει να βαφτίσει ως “μεταρρύθμιση” μία αποτυχημένη προσπάθεια “διοικητικής αναπροσαρμογής” στο χώρο της Ανώτατης Εκπαίδευσης αυτή τη φορά. Η πληθώρα αντισυνταγματικών διατάξεων που διαπιστώθηκε από την ίδια την επιστημονική επιτροπή της Βουλής αγνοήθηκαν επιδεικτικά. Μια ακόμα ενέργεια πρωτοφανή στα ιστορικά χρονικά της χώρας μας, που απορρέει από τη μνημειώδη αυταρχική ιδεολογία του νόμου, αποτελεί η κατάργηση των δημοκρατικά εκλεγμένων διοικήσεων των ΑΕΙ. Όλες αυτές οι αλλαγές που επιδιώκουν να επιβληθούν δια της πυγμής και να αλλάξουν τη φυσιογνωμία και το ρόλο του πανεπιστημίου, θα πέσουν στο κενό. Αποδεικνύεται δε με προκλητικό τρόπο, πως ο πραγματικός σκοπός της Υπουργού δεν είναι απλά η αποδυνάμωση των παρατάξεων, αλλά η πλήρης φίμωση του φοιτητικού κινήματος, δηλαδή του πιο ζωντανού και πολιτικοποιημένου κομματιού της κοινωνίας. Η φοιτητική νεολαία που υφίσταται καθημερινά τις συνέπειες των πολιτικών επιλογών των κυβερνήσεων, που υποβαθμίζουν την ποιότητα των σπουδών της, δεν πρόκειται να ανεχτεί ούτε τη φίμωση ούτε το στραγγαλισμό των προσδοκιών της.
Επιδιώκουμε την ανασύσταση της ΕΦΕΕ, προκειμένου το φοιτητικό κίνημα να πλέξει μία ευρύτερη πανεπιστημιακή ενότητα με σκοπό την υπεράσπιση του Δημόσιου Δημοκρατικού Πανεπιστημίου, δίνοντας τη μάχη μέχρις εσχάτων.
Όσο το Υπουργείο Παιδείας πανηγυρικά απολαμβάνει τις δάφνες και τα διθυραμβικά σχόλια που του απονέμουν τα μέσα ενημέρωσης και οι συντηρητικές δυνάμεις της χώρας, εμείς θα συνεχίσουμε δυναμικά τον αγώνα μας ως υγιείς πολιτικές δυνάμεις για ένα ΝΕΟ Πανεπιστήμιο. Ένα ΝΕΟ Πανεπιστήμιο που θα καλλιεργεί ΝΕΟΥΣ επιστήμονες και ΝΕΟΥΣ πολίτες που θα προσφέρουν στην κοινωνία ΝΕΑ προοπτική και δε θα αποτελούν πιστά αντίγραφα αυτών που μας οδήγησαν στην Ελλάδα της χρεοκοπίας, της φτώχειας και της ανεργίας, αυτών που επιμένουν να παραμένουν εκφραστές του σημερινού χρεοκοπημένου πολιτικού συστήματος.
Η αντιπροσωπευτική συμμετοχή του συνόλου των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας στη διοίκηση των Πανεπιστημίων προβάλλεται σήμερα ως η ρίζα του κακού, που γέννησε τη διαπλοκή και τη διαφθορά και για το λόγο αυτό “επιβάλλεται να καταργηθεί”. Προωθείται λοιπόν, μια ακραία νεοφιλελεύθερη λογική που επιδιώκει τη “συμμόρφωση” των Πανεπιστημίων στις απαιτήσεις της οικονομίας της αγοράς, λειτουργώντας στα πρότυπα μιας Ανώνυμης Εταιρείας. Θα πρέπει να επισημανθεί, ότι η ίδια η κυβέρνηση προεκλογικά δεσμευόταν τόσο για την απόσυρση του νόμου της Γιαννάκου, όσο και για την αύξηση της χρηματοδότησης στην Παιδεία στο 5% του ΑΕΠ, πάγια αιτήματα της ακαδημαϊκής κοινότητας. Ο παρών νόμος που ψηφίστηκε σύσσωμος από νεοφιλελεύθερες, συντηρητικές και αντιδραστικές δυνάμεις έρχεται σε αντίθεση όχι μόνο με τις προεκλογικές δεσμεύσεις, αλλά και με τις ίδιες αρχές και τις αξίες μιας προοδευτικής παράταξης που ανήκει στο χώρο της κεντροαριστεράς. Με την ψήφιση του “νόμου” η τελευταία κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ έπραξε το ακριβώς αντίθετο, ενισχύοντας τη συντηρητική και αυταρχική λογική που διέπνεε το νόμο της Γιαννάκου μειώνοντας αντίστοιχα την ευθύνη της Πολιτείας για επαρκή χρηματοδότηση των Πανεπιστημίων. Το θεμελιώδες μάλιστα ζήτημα που αφορά τη διαφάνεια στη διαχείριση των κονδυλίων από τα ίδια τα πανεπιστήμια, όχι απλά δεν επιδιώκεται να λυθεί, αλλά αντίθετα αφαιρούνται δικλείδες ασφαλείας και ελέγχου που υπήρχαν μέχρι σήμερα. Κι αυτό γιατί, δίνονται υπέρμετρες εξουσίες σε ένα ολιγομελές όργανο, όπως το Συμβούλιο Διοίκησης, στο οποίο μάλιστα οι πρωτοβάθμιοι καθηγητές εκπροσωπούνται συντριπτικά εις βάρος των υπολοίπων μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας. Ταυτόχρονα υπάρχει ανάμειξη στη διοίκηση, ανθρώπων που προέρχονται από χώρους που στο παρελθόν έχουν αποδείξει την πλήρη αδιαφάνεια που τους διέπει (π.χ. τοπική αυτοδιοίκηση, επιμελητήρια).
Είναι αναντίρρητο πως στο εκπαιδευτικό σύστημα υπάρχει ποικιλία φαινομένων διαπλοκής, μία παθογένεια την οποία πρώτοι είχαμε εντοπίσει, προτείνοντας την ίδια στιγμή την εξυγίανσή της. Η διαπλοκή όμως, που αναμφισβήτητα υπάρχει στους κόλπους των πανεπιστημίων, προέρχεται πρωτίστως από εκείνη τη μερίδα πρωτοβάθμιων μελών ΔΕΠ, οι οποίοι αποτελούσαν πάντα τους υπηρέτες του συστήματος απορροφούμενοι από τον εκάστοτε κομματικό μηχανισμό. Ο νέος μάλιστα νόμος είναι κομμένος και ραμμένος για τη διατήρηση και ενίσχυση τέτοιων «φέουδων» εντός των ιδρυμάτων, επαναφέροντας ουσιαστικά τον αναχρονιστικό θεσμό της έδρας και ευνοώντας ένα χαοτικό σύστημα ολιγαρχίας. Η πρωτοφανής αφαίρεση δημοκρατικών κεκτημένων που συντελείται ολοκληρώνεται με την κατάργηση του ακαδημαϊκού ασύλου, ενός θεσμού που έχει λοιδορηθεί όσο κανείς άλλος, ο οποίος στη βάση του προασπίζει την ελεύθερη διακίνηση ιδεών εντός των πανεπιστημίων έναντι έξωθεν παρεμβάσεων.
Για πολλοστή φορά τις τελευταίες δεκαετίες μία κυβέρνηση επιδιώκει να βαφτίσει ως “μεταρρύθμιση” μία αποτυχημένη προσπάθεια “διοικητικής αναπροσαρμογής” στο χώρο της Ανώτατης Εκπαίδευσης αυτή τη φορά. Η πληθώρα αντισυνταγματικών διατάξεων που διαπιστώθηκε από την ίδια την επιστημονική επιτροπή της Βουλής αγνοήθηκαν επιδεικτικά. Μια ακόμα ενέργεια πρωτοφανή στα ιστορικά χρονικά της χώρας μας, που απορρέει από τη μνημειώδη αυταρχική ιδεολογία του νόμου, αποτελεί η κατάργηση των δημοκρατικά εκλεγμένων διοικήσεων των ΑΕΙ. Όλες αυτές οι αλλαγές που επιδιώκουν να επιβληθούν δια της πυγμής και να αλλάξουν τη φυσιογνωμία και το ρόλο του πανεπιστημίου, θα πέσουν στο κενό. Αποδεικνύεται δε με προκλητικό τρόπο, πως ο πραγματικός σκοπός της Υπουργού δεν είναι απλά η αποδυνάμωση των παρατάξεων, αλλά η πλήρης φίμωση του φοιτητικού κινήματος, δηλαδή του πιο ζωντανού και πολιτικοποιημένου κομματιού της κοινωνίας. Η φοιτητική νεολαία που υφίσταται καθημερινά τις συνέπειες των πολιτικών επιλογών των κυβερνήσεων, που υποβαθμίζουν την ποιότητα των σπουδών της, δεν πρόκειται να ανεχτεί ούτε τη φίμωση ούτε το στραγγαλισμό των προσδοκιών της.
Επιδιώκουμε την ανασύσταση της ΕΦΕΕ, προκειμένου το φοιτητικό κίνημα να πλέξει μία ευρύτερη πανεπιστημιακή ενότητα με σκοπό την υπεράσπιση του Δημόσιου Δημοκρατικού Πανεπιστημίου, δίνοντας τη μάχη μέχρις εσχάτων.
Όσο το Υπουργείο Παιδείας πανηγυρικά απολαμβάνει τις δάφνες και τα διθυραμβικά σχόλια που του απονέμουν τα μέσα ενημέρωσης και οι συντηρητικές δυνάμεις της χώρας, εμείς θα συνεχίσουμε δυναμικά τον αγώνα μας ως υγιείς πολιτικές δυνάμεις για ένα ΝΕΟ Πανεπιστήμιο. Ένα ΝΕΟ Πανεπιστήμιο που θα καλλιεργεί ΝΕΟΥΣ επιστήμονες και ΝΕΟΥΣ πολίτες που θα προσφέρουν στην κοινωνία ΝΕΑ προοπτική και δε θα αποτελούν πιστά αντίγραφα αυτών που μας οδήγησαν στην Ελλάδα της χρεοκοπίας, της φτώχειας και της ανεργίας, αυτών που επιμένουν να παραμένουν εκφραστές του σημερινού χρεοκοπημένου πολιτικού συστήματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου