Παρά τον φορολογικό τυφώνα που προετοιμάζει η «αριστερή» κυβέρνηση
Τσίπρα, δεν έχει μέχρι σήμερα προβλεφθεί η θέσπιση ειδικού φόρου
ανοησίας. Του μόνου φόρου που θα γέμιζε τα κρατικά ταμεία. Πάντως, η
έλλειψη ενός τέτοιου φόρου ευνοεί, πέραν πολλών άλλων, και τον επί της
παιδείας υπουργό, τον κ. Νικόλαο Φίλη, ο οποίος, μέχρι στιγμής, δεν
κινδυνεύει να κληθεί προς το δημόσιο ταμείο να καταβάλει ούτε ένα ευρώ
για τις μωρές δημόσιες διατυπώσεις του.
Δε φιλοδοξούμε να σχολιάσουμε την ασέβειά του προς την ιστορική μνήμη, ούτε την αναιδή επιμονή του, ούτε τις κοινοτοπίες με τις οποίες αποπειράθηκε να κάμψει τη δίκαιη κριτική που του ασκήθηκε. Αρμοδιότεροι άλλοι, τον καταχέριασαν δεόντως. Άλλωστε, ούτε ο ποινικός ούτε ο φορολογικός νόμος περιέχουν διατάξεις τιμωρητικές της ασέβειας, της έπαρσης, της αναίδειας και της καπνομίχλης εν κρανίω.
Θα επιχειρήσουμε μόνο να συνομολογήσουμε στο δικαίωμα του καθενός να πιστεύει ότι έχει «επιστημονική άποψη». Ο ίδιος ο κ. υπουργός το διατύπωσε ως εξής: «Σέβομαι την απόφαση της Βουλής (ενν. την απόφαση που αφορά τη γενοκτονία των Ποντίων) ως υπουργός, ανεξάρτητα από την επιστημονική μου άποψη». Είπε, δηλαδή, δύο τινά: πρώτον ότι σέβεται την απόφαση της Βουλής (πράγμα το οποίο τυγχάνει αυτονόητο για κάθε πολίτη, πολύ περισσότερο για υπουργό), όχι, όμως, χάριν σεβασμού προς τη δημοκρατία, αλλά από ανάγκη, στανικώς δηλαδή, επειδή τυχαίνει να είναι υπουργός. Είπε, όμως, και τούτο το δεύτερο και σημαντικό, ότι κι αυτός διαθέτει επιστημονική άποψη.
Πράγματι, από κανέναν δεν μπορείς να στερήσεις την ψευδαίσθηση ή τις φοβίες του. Ψευδαίσθηση, άλλωστε, καλείται «η διαταραχή της αισθήσεως, που χαρακτηρίζεται από φαντασιώσεις και αντιλήψεις, χωρίς εξωτερικό αίτιο ή αντικείμενο». Από κανέναν δεν μπορείς να στερήσεις το δικαίωμα να πιστεύει ότι κάτι έχει ή ότι από κάτι πάσχει. Επί παραδείγματι: άλλος πιστεύει ότι έχει τη λύση μεγάλου προβλήματος, άλλος ότι είναι απαραίτητος για τη σωτηρία της πατρίδας, άλλος ότι τυγχάνει μεγάλος οικονομολόγος και γνωρίζει ελληνικά, άλλος ότι πάσχει από ανίατη νόσο κι άλλος ότι έχει βαρύνουσα επιστημονική άποψη, καίτοι μη επιστήμων.
Λέγεται ότι άποψη δεν είναι η πνευματική αποχαλίνωση, αλλά «η θέα από απόσταση, ιδίως από ψηλά προς τα γύρω, ο τρόπος αντιμετώπισης και θεώρησης των πραγμάτων».
Άποψη, δηλαδή, είναι η βαρύνουσα γνώμη και αντίληψη που σχηματίζεται με τη μελέτη, την εμπειρία, τη γνώση και τη σεμνότητα. Τώρα, βεβαίως, κατόπιν των παρεμβάσεων του κ. επί της παιδείας υπουργού, ένας προσφορότερος ορισμός θα ήταν ο ακόλουθος: «Άποψη είναι κάθε τυχαία ανοησία, που εξέρχεται αζημίως από το στόμα οποιουδήποτε, ο οποίος έχει την έπαρση να πιστεύει ότι έχει το δικαίωμα και την εξουσία να εκστομίζει ο,τιδήποτε, χωρίς ο κόσμος να έχει το αντίστοιχο δικαίωμα να τον παίρνει με τις πέτρες».
Είπε, ακόμα, ο ρέκτης (ο δραστήριος) κ. υπουργός και τούτο, θέλοντας προφανώς να θεμελιώσει το αναφαίρετο δικαίωμά του να έχει άποψη: «Γενοκτονία άποψης είναι να πούμε ότι βάζουμε τις απόψεις μας (πάλι αυτές !!) στον πάγο».
Μόνο υπουργός παιδείας θα μπορούσε να διαπράξει τέτοια «μεταφορά». Εάν μαθητής Λυκείου υπέπιπτε σε ανάλογο φραστικό ατόπημα, δε θα έπαιρνε ποτέ απολυτήριο. Παρέλκει να αναλύσουμε τη φραστική απρέπεια του υπουργού παιδείας. Αυτά αποτελούν αντικείμενο της διδακτέας ύλης του Γυμνασίου και αρμοδιότητα γυμνασιαρχών.
Πώς, όμως, ένας ολόκληρος υπουργός και μάλιστα της παιδείας είναι δυνατόν να εκσφενδονίζει τέτοια λιθάρια από το στόμα του; Την απάντηση μας τη δίνει ο Εμμανουήλ Ροϊδης στο διήγημά του «Η μηλιά». Το έργο αυτό γράφτηκε στη δημοτική γλώσσα και αναφέρεται σε έναν βασιλιά, που παντρεύτηκε μια φτωχή κοπέλα, που τον έκανε να γελάσει. Ας ακούσουμε την τελευταία παράγραφο:
«Οἱ γάμοι ἔγιναν τὴν ἑπομένην ἑβδομάδα μὲ περισσὴ μεγαλοπρέπεια καὶ πομπή. Εἰς αὐτοὺς ἦσαν καλεσμένοι καὶ οἱ θετοὶ γονιοὶ τῆς Μηλιᾶς, ὁ γέρος καὶ ἡ γριά, ποὺ τοὺς ἔκαμνε νὰ φαίνονται δέκα χρόνια νεώτεροι ἡ χαρά. Ὁ βασιλιᾶς, γιὰ νὰ τοὺς ἔχῃ κοντά της ἡ ἀγαπημένη του γυναῖκα, ἐζήτησε νὰ τοὺς εὕρῃ καμμιὰ δημόσια θέσι εἰς τὴν πρωτεύουσά του. Βλέποντας πόσον ἦτο ἡ γριὰ φρόνιμη, οἰκονόμα, νοικοκυρά, λιγόφαγη καὶ εἰς ὅλα τακτικὴ τὴν ἔκανεν ὑπουργίναν ἐπὶ τῶν οἰκονομικῶν. Ὁ γέρος ὅμως ἦταν πλέον δυσκολοβόλευτος. Δὲν ἤξευρεν ὁ ἄνθρωπος οὔτε νὰ γράφῃ οὔτε νὰ διαβάζῃ. Ὁ βασιλιὰς ἐπονοκεφαλοῦσε νὰ εὕρῃ πῶς ἦτο δυνατὸν νὰ τὸν οἰκονομήσῃ, ὅταν ἔτυχε ν᾿ ἀποθάνῃ ὁ ἐπὶ τῆς δημοσίας ἐκπαιδεύσεως ὑπουργός. Μὴ ἔχοντας πρόχειρον καμμίαν ἄλλην, ἔδωκεν εἰς τὸν γέρον τὴν θέσιν τοῦ μακαρίτη, καὶ ἀπὸ τότες ἐγεννήθη καὶ σῴζεται ἀκόμη εἰς πολλὰ μέρη ἡ συνήθεια νὰ δίδεται εἰς τὸν πλέον ἀγράμματον τὸ ὑπουργεῖον τῆς Παιδείας.»
Δε φιλοδοξούμε να σχολιάσουμε την ασέβειά του προς την ιστορική μνήμη, ούτε την αναιδή επιμονή του, ούτε τις κοινοτοπίες με τις οποίες αποπειράθηκε να κάμψει τη δίκαιη κριτική που του ασκήθηκε. Αρμοδιότεροι άλλοι, τον καταχέριασαν δεόντως. Άλλωστε, ούτε ο ποινικός ούτε ο φορολογικός νόμος περιέχουν διατάξεις τιμωρητικές της ασέβειας, της έπαρσης, της αναίδειας και της καπνομίχλης εν κρανίω.
Θα επιχειρήσουμε μόνο να συνομολογήσουμε στο δικαίωμα του καθενός να πιστεύει ότι έχει «επιστημονική άποψη». Ο ίδιος ο κ. υπουργός το διατύπωσε ως εξής: «Σέβομαι την απόφαση της Βουλής (ενν. την απόφαση που αφορά τη γενοκτονία των Ποντίων) ως υπουργός, ανεξάρτητα από την επιστημονική μου άποψη». Είπε, δηλαδή, δύο τινά: πρώτον ότι σέβεται την απόφαση της Βουλής (πράγμα το οποίο τυγχάνει αυτονόητο για κάθε πολίτη, πολύ περισσότερο για υπουργό), όχι, όμως, χάριν σεβασμού προς τη δημοκρατία, αλλά από ανάγκη, στανικώς δηλαδή, επειδή τυχαίνει να είναι υπουργός. Είπε, όμως, και τούτο το δεύτερο και σημαντικό, ότι κι αυτός διαθέτει επιστημονική άποψη.
Πράγματι, από κανέναν δεν μπορείς να στερήσεις την ψευδαίσθηση ή τις φοβίες του. Ψευδαίσθηση, άλλωστε, καλείται «η διαταραχή της αισθήσεως, που χαρακτηρίζεται από φαντασιώσεις και αντιλήψεις, χωρίς εξωτερικό αίτιο ή αντικείμενο». Από κανέναν δεν μπορείς να στερήσεις το δικαίωμα να πιστεύει ότι κάτι έχει ή ότι από κάτι πάσχει. Επί παραδείγματι: άλλος πιστεύει ότι έχει τη λύση μεγάλου προβλήματος, άλλος ότι είναι απαραίτητος για τη σωτηρία της πατρίδας, άλλος ότι τυγχάνει μεγάλος οικονομολόγος και γνωρίζει ελληνικά, άλλος ότι πάσχει από ανίατη νόσο κι άλλος ότι έχει βαρύνουσα επιστημονική άποψη, καίτοι μη επιστήμων.
Λέγεται ότι άποψη δεν είναι η πνευματική αποχαλίνωση, αλλά «η θέα από απόσταση, ιδίως από ψηλά προς τα γύρω, ο τρόπος αντιμετώπισης και θεώρησης των πραγμάτων».
Άποψη, δηλαδή, είναι η βαρύνουσα γνώμη και αντίληψη που σχηματίζεται με τη μελέτη, την εμπειρία, τη γνώση και τη σεμνότητα. Τώρα, βεβαίως, κατόπιν των παρεμβάσεων του κ. επί της παιδείας υπουργού, ένας προσφορότερος ορισμός θα ήταν ο ακόλουθος: «Άποψη είναι κάθε τυχαία ανοησία, που εξέρχεται αζημίως από το στόμα οποιουδήποτε, ο οποίος έχει την έπαρση να πιστεύει ότι έχει το δικαίωμα και την εξουσία να εκστομίζει ο,τιδήποτε, χωρίς ο κόσμος να έχει το αντίστοιχο δικαίωμα να τον παίρνει με τις πέτρες».
Είπε, ακόμα, ο ρέκτης (ο δραστήριος) κ. υπουργός και τούτο, θέλοντας προφανώς να θεμελιώσει το αναφαίρετο δικαίωμά του να έχει άποψη: «Γενοκτονία άποψης είναι να πούμε ότι βάζουμε τις απόψεις μας (πάλι αυτές !!) στον πάγο».
Μόνο υπουργός παιδείας θα μπορούσε να διαπράξει τέτοια «μεταφορά». Εάν μαθητής Λυκείου υπέπιπτε σε ανάλογο φραστικό ατόπημα, δε θα έπαιρνε ποτέ απολυτήριο. Παρέλκει να αναλύσουμε τη φραστική απρέπεια του υπουργού παιδείας. Αυτά αποτελούν αντικείμενο της διδακτέας ύλης του Γυμνασίου και αρμοδιότητα γυμνασιαρχών.
Πώς, όμως, ένας ολόκληρος υπουργός και μάλιστα της παιδείας είναι δυνατόν να εκσφενδονίζει τέτοια λιθάρια από το στόμα του; Την απάντηση μας τη δίνει ο Εμμανουήλ Ροϊδης στο διήγημά του «Η μηλιά». Το έργο αυτό γράφτηκε στη δημοτική γλώσσα και αναφέρεται σε έναν βασιλιά, που παντρεύτηκε μια φτωχή κοπέλα, που τον έκανε να γελάσει. Ας ακούσουμε την τελευταία παράγραφο:
«Οἱ γάμοι ἔγιναν τὴν ἑπομένην ἑβδομάδα μὲ περισσὴ μεγαλοπρέπεια καὶ πομπή. Εἰς αὐτοὺς ἦσαν καλεσμένοι καὶ οἱ θετοὶ γονιοὶ τῆς Μηλιᾶς, ὁ γέρος καὶ ἡ γριά, ποὺ τοὺς ἔκαμνε νὰ φαίνονται δέκα χρόνια νεώτεροι ἡ χαρά. Ὁ βασιλιᾶς, γιὰ νὰ τοὺς ἔχῃ κοντά της ἡ ἀγαπημένη του γυναῖκα, ἐζήτησε νὰ τοὺς εὕρῃ καμμιὰ δημόσια θέσι εἰς τὴν πρωτεύουσά του. Βλέποντας πόσον ἦτο ἡ γριὰ φρόνιμη, οἰκονόμα, νοικοκυρά, λιγόφαγη καὶ εἰς ὅλα τακτικὴ τὴν ἔκανεν ὑπουργίναν ἐπὶ τῶν οἰκονομικῶν. Ὁ γέρος ὅμως ἦταν πλέον δυσκολοβόλευτος. Δὲν ἤξευρεν ὁ ἄνθρωπος οὔτε νὰ γράφῃ οὔτε νὰ διαβάζῃ. Ὁ βασιλιὰς ἐπονοκεφαλοῦσε νὰ εὕρῃ πῶς ἦτο δυνατὸν νὰ τὸν οἰκονομήσῃ, ὅταν ἔτυχε ν᾿ ἀποθάνῃ ὁ ἐπὶ τῆς δημοσίας ἐκπαιδεύσεως ὑπουργός. Μὴ ἔχοντας πρόχειρον καμμίαν ἄλλην, ἔδωκεν εἰς τὸν γέρον τὴν θέσιν τοῦ μακαρίτη, καὶ ἀπὸ τότες ἐγεννήθη καὶ σῴζεται ἀκόμη εἰς πολλὰ μέρη ἡ συνήθεια νὰ δίδεται εἰς τὸν πλέον ἀγράμματον τὸ ὑπουργεῖον τῆς Παιδείας.»
(ΠΗΓΗ: http://www.presspublica.gr/)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου