Νέα πνοή στην υπόθεση Novartis δίνει η κατάθεση των διαβαθμισμένων
εγγράφων του FBI που φέρεται να είχε υπεξαιρέσει από την εισαγγελία κατά
της Διαφθοράς ο αντεισαγγελέας Αρείου Πάγου, Ιωάννης Αγγελής, καθώς ο
τελευταίος τα κατέθεσε στην Προανακριτική Επιτροπή της Βουλής την Τρίτη.
Σειρά εγγράφων που περιγράφουν τις αθέμιτες πρακτικές του κολοσσού των
φαρμακευτικών, δωροδοκίες, διασφάλιση της υπερτιμολόγησης φαρμάκων και
ευθύνες υπηρεσιακών και κυβερνητικών παραγόντων πυροδοτούν εκ νέου
εντάσεις γύρω από την πολύκροτη υπόθεση, την ώρα που η πλειοψηφία των
ΜΜΕ επιχαίρει πως «δεν υπάρχει αναφορά ονόματος πολιτικού προσώπου».
(των Μηνά Κωνσταντίνου και Θάνου Καμήλαλη)
Τα έγγραφα του FBI που κατηγορείται πως υπεξαίρεσε από το γραφείο της
εισαγγελέως κατά της Διαφθοράς, Ελένης Τουλουπάκη, κατέθεσε στην
Προανακριτική Επιτροπή ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Ιωάννης
Αγγελής, έγγραφα για τα οποία η εισαγγελέας έχει ξεκαθαρίσει πως
αφορούσαν σημαντικές πληροφορίες για το σκάνδαλο Novartis και άλλες
υποθέσεις, και πως έχουν γνωστοποιηθεί παρανόμως στην Προανακριτική
Επιτροπή. Θα πρέπει να σημειωθεί πως το εάν ο Ιωάννης Αγγελής έχει
δικαίωμα νομικά να κατέχει αυτά τα έγγραφα είναι κάτι που αμφισβητείται.
Σύμφωνα με την κατάθεση της εισαγγελέως Διαφθοράς, Ελένης Τουλουπάκη
στην εισαγγελία Πρωτοδικών στις 6 Φεβρουαρίου του 2020, ακόμα και αν ο
Αγγελής είχε δικαίωμα να κρατήσει αντίγραφα των εγγράφων του FBI ως
επόπτης της εισαγγελίας Διαφθοράς, παραιτήθηκε από τη θέση του
τον Ιανουάριο του 2019. Επομένως, όφειλε την επόμενη της παραίτησής του
να παραδώσει όλα τα έγγραφα που κατείχε, στον κ. Παναγιώτη Μπρακουμάτσο,
που ήταν ο επόμενος επόπτης.
Η κατάθεση των εγγράφων έτυχε θερμής υποδοχής από τον συμπολιτευόμενο
Τύπο, με δημοσιεύματα να αναφέρουν πως «καμία αναφορά σε πολιτικά
πρόσωπα δεν προκύπτει από τις εκθέσεις του FBI που κατέθεσε στην
προανακριτική Επιτροπή ο αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου». Μάλιστα,
χαρακτηριστική ήταν η αντίδραση του Άδωνι Γεωργιάδη, που προχώρησε σε
ανάρτηση με την οποία αναφέρει πως «Επί 3 χρόνια διέσυραν το όνομα μου
οι αντίπαλοι μου, λόγω μίας δήθεν έρευνας του FBI εναντίον μου για τη
Novartis. Η δημοσίευση των εγγράφων του όμως αποδεικνύει ότι ποτέ δεν
υπήρχε καμμία αναφορά σε μένα στην έρευνά του. Αισθάνομαι ντροπή για
τους Εισαγγελείς που το προκάλεσαν».
Ωστόσο, διαβάζοντας κανείς τις περίπου 150 σελίδες των εγγράφων που
κατατέθηκαν από τον αντεισαγγελέα, την ώρα μάλιστα που δεν είναι γνωστός
ο τρόπος με τον οποίον ήρθαν αυτά στην κατοχή του, διαπιστώνει πως κάθε
άλλο παρά δεν υπάρχει αναφορά σε πολιτικά πρόσωπα και σε εμπλοκή τους
στην υπόθεση. Συγκεκριμένα, στο έγγραφο της 23ης Ιανουαρίου 2018, το
Ομοσπονδιακό Γραφείο Ερευνών του υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ
αναφέρεται συγκεκριμένα σε επτά πολιτικά πρόσωπα της Ελλάδας που
περιλαμβάνονται στη δικογραφία Novartis, σημειώνοντας πως δίνεται η
δυνατότητα για την άντληση στοιχείων για αυτά.
«Το Υπουργείο Δικαιοσύνης της Ελλάδας μπορεί να χρησιμοποιήσει τις
πληροφορίες αυτού του εγγράφου για την εφαρμογή του νόμου και
αποδεικτικούς λόγους που αφορούν μόνο τα ακόλουθα φυσικά πρόσωπα:
- Ανδρέας Λοβέρδος
- Μάριος Σαλμάς
- Άδωνις Γεωργιάδης
- Ανδρέας Λυκουρέντζος
- Αντώνιος Σαμαράς
- Ιωάννης Στουρνάρας
- Δημήτρης Αβραμόπουλος».
Για τα πολιτικά πρόσωπα, οι εισαγγελικές αρχές έχουν βάλει στο αρχείο τις υποθέσεις
των Αντώνη Σαμαρά, Παν. Πικραμένου, Ευ. Βενιζέλου, Μάριο Σαλμά, Γιώργου
Κουτρουμάνη, Ανδρέα Λυκουρέντζο, με τα πολιτικά πρόσωπα να κάνουν λόγο
για «δικαίωση». Ανοιχτές παραμένουν οι υποθέσεις Γεωργιάδη Αβραμόπουλου,
ενώ στο Λοβέρδο έχει ασκηθεί δίωξη για παθητική δωροδοκία, με τον ίδιο να κάνει λόγο περί σκευωρίας.
Να σημειωθεί πως τα παρακάτω αναφέρονται σε πληροφοριακά έγγραφα που
στέλνει το FBI μέσω της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Ελλάδα, στους εισαγγελείς
κατά της Διαφθοράς, Ελένη Ράικου και Ελένη Τουλουπάκη. Οι ημερομηνίες
αποστολής των εγγράφων του FBI στις ελληνικές αρχές είναι οι 29.12.2016,
18.1.2017, 25.5.2017, 22.6.2017, 1.8.2017, 2.8.2017, 7.11.2017,
13.12.2017, 23.1.2018, ενώ κάποια αποτελούν απαντήσεις των αμερικανικών
αρχών σε ερωτήματα των ελληνικών εισαγγελικών αρχών.
Αξίζει επίσης, πρωτού δούμε περαιτέρω το περιεχόμενο των εγγράφων, να
σημειώσουμε πως σε κάθε πληροφοριακό έγγραφο που απέστειλαν οι
αμερικανικές αρχές υπογραμμιζόταν πως «οι πληροφορίες του παρόντος
εγγράφου προορίζονται μόνο για πληροφοριακούς και καθοδηγητικούς σκοπούς
και δεν δύνανται να χρησιμοποιηθούν από την κυβέρνησή σας σε οιεσδήποτε
ποινικές διαδικασίες ούτε να προωθηθούν σε άλλη κυβέρνηση, πρόσωπο ή
οντότητα ή να χρησιμοποιηθούν σε ανοιγείσες ποινικές διαδικασίες
(περιλαμβανομένης αλλά όχι μόνο σε σχέση με επίσημη ποινική διαδικασία ή
απευθείας επαφή με τα προαναφερόμενα πρόσωπα ή οντότητες ή τους
συνεργάτες τους) έχοντας ως βάση τις πληροφορίες του παρόντος εγγράφου».
Στις καταθέσεις του ωστόσο, ο Αγγελής ισχυρίζεται ότι μπορεί να
μοιράζεται αυτά τα έγγραφα, ως μη απόρρητα από το FBI («unclassified»).
Ανδρέας Λοβέρδος
Εξέχουσα θέση στις αναφορές του FBI έχει το όνομα του πρώην υπουργού
του ΠΑΣΟΚ, Ανδρέα Λοβέρδου, ο οποίος άλλωστε αντιμετωπίζει
κακουργηματικές κατηγορίες για παθητική δωροδοκία. Σε ένα χαρακτηριστικό
απόσπασμα της έκθεσης του FBI, το όνομα του στελέχους του ΚΙΝΑΛ
εντοπίζεται μαζί με αυτά του περιφερειάρχη Αττικής, Γιώργου Πατούλη, και
του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, Γιάννη Στουρνάρα.
Στο σχετικό απόσπασμα αναφέρεται, μεταξύ άλλων, πως κατά την περίοδο
2008-2014, σύμφωνα με τους δύο μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος, μεταξύ των
ανώτερων διοικητικών αξιωματούχων της Ελλάδας που παρέλαβαν παράνομες
δωροδοκίες από την Novartis, βρίσκονται οι Νίκος Μανιαδάκης,
ανώτερος σύμβουλος στο Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και
Κοινωνικής Αλληλεγγύης και συνεργάτης στην Ενική Σχολή Δημόσιας Υγείας, Ανδρέας Λοβέρδος, πρώην Υπουργός Υγείας, Δημήτριος Λιντζέρης, μέλος του Ελληνικού Κοινοβουλίου και πρώην Πρόεδρος του ΕΟΦ, Γεώργιος Πατούλης,
Δήμαρχος Αμαρουσίου, Δ/ντής του Εθνικού Δικτύου Υγιών Πόλεων του WHO,
Πρόεδρος του Ελληνικού Διαδημοτικού Φορέα Δομών Υγείας για Τοπικές
Αρχές, και Πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου της Αθήνας, Ευστράτιος Χατζηχαραλάμπους, ανώτερους αξιωματούχος στο Υπουργείο Υγείας και Πρόεδρος του Ελληνικού Οφθαλμολογικού Συνδέσμου, Ιωάννης Κυριακόπουλος,
σύμβουλος στο Υπουργείο Υγείας στον Τομέα Κοστολόγησης Φαρμάκων και
αποζημίωσης και διευθυντής στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας, Κυριάκος Σουλιώτης,
σύμβουλος στο Υπουργείο Υγείας, Πρύτανης του Πανεπιστημίου
Πελοποννήσου, πρώην αξιωματούχος στο Υπουργείο Υγείας και πρώην
αντιπρόεδρος του ΕΟΠΠΥ, Ιωάννης Στουρνάρας, διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος και πρώην Υπουργός Οικονομικών, Μαρία Καπετανίδου, επικεφαλής του Τμήματος Συνταγογράφησης και μέλος της Επιστημονικής Επιτροπής του ΕΟΦ, Αντώνιος Αυγερινός,
Πρόεδρος του Ερυθρού Σταυρού και πρώην επικεφαλής του φαρμακείου του
Νοσοκομείου Γεώργιος Γεννηματάς, ενός δημοσίου νοσηλευτικού ιδρύματος
στην Ελλάδα, Μαρία Γείτονα, καθηγήτρια Οικονομίας της
Υγείας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, Πρόεδρος και ιδρυτής του Ελληνικού
Τμήματος του Διεθνούς Φορέα Φαρμακοοικονομίας (HELSPOR) και Παρασκευή Σακκά,
Πρόεδρος του Εθνικού Κέντρου Άνοιας και Νόσου Alzheimer, Πρόεδρος του
Εθνικού Φορέα Δράσης για την Άνοια και τη Νόσο Alzheimer του Υπουργείου
Υγείας».
Δείτε το χαρακτηριστικό απόσπασμα:
Ο «άτυπος σύμβουλος» του Άδωνι Γεωργιάδη
Παρά τις αιτιάσεις του υπουργού, αξίζει ακόμα να σημειωθεί πως στα
έγγραφα του FBI υπάρχουν αρκετές αναφορές του εκλιπόντα Μιχάλη
Πιτσιλίδη, εκδότη ειδικών εντύπων υγείας και άτυπου συμβούλου (όπως
αναφέρεται σε δημοσιεύματα εκείνης της περιόδου) του Άδωνι Γεωργιάδη.
«Οι πωλητές του Πιτσιλίδη ήταν ιατρικοί αρθρογράφοι. Ο Πιτσιλίδης
είχε ένα σύνδεσμο να πληρώνει τους γιατρούς για την Bayer και υπήρχε
ένας συγκεκριμένος προϋπολογισμός για τον Πιτσιλίδη. Ο Φρουζής κατηύθυνε
τον Πιτσιλίδη. Ο πωλητής πήγε στους Γερμανούς Εισαγγελείς για να
συζητήσει ισχυρισμούς για ξέπλυμα χρήματος και πρακτικές της Bayer. Ο
Πιτσιλίδης αποκλείστηκε από την εσωτερική ομάδα ελέγχου. Στον Πιτσιλίδη
επιβλήθηκε 1 εκατομμυρίου ευρώ και η εταιρεία του πτώχευσε. Λίγο μετά
απεβίωσε ο ίδιος» αναφέρεται σε ένα από τα έγγραφα του FBI.
Οι αναφορές για Στουρνάρα και τη σύζυγό του
Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι αναφορές στον Γιάννη
Στουρνάρα, καθώς και στη σύζυγό του, Λίνα Νικολοπούλου και τη διαφημιστική της εταιρεία, MINDWORK. Για τον σημερινό διοικητή της
Τράπεζας της Ελλάδας περιγράφει τη σταδιοδρομία του πριν το υπουργείο
Οικονομικών, με την ίδρυση του ΙΟΒΕ, και την παροχή ακριβών σπουδών στη
ΣΒΙΕ για τις φαρμακευτικές τάσεις, ενώ για τη σύζυγό του και την
εταιρεία της, περιγράφει διαδικασίες υπερτιμολόγησης παροχής υπηρεσιών
και δημοσίων σχέσεων, διοργάνωση ταξιδιών για δημοσιογράφους και άλλα.
«Ιδιοκτήτης της MINDWORK ήταν η Σταυρούλα Νικολοβούλου (Λίνα) (γνωστή
στον συντάκτη ως Σταυρούλα Νικολοπούλου). Η Λίνα ήταν η σύζυγος του
πρώην Υπουργού Οικονομικών και κεντρικού τραπεζίτη της Ελλάδας Γιάννη
Στουρνάρα (γνωστός στον συντάκτη ως Γιάννης Στουρνάρας). Ο Στουρνάρας
ήταν ο κεντρικός τραπεζίτης στην Ελλάδα από τον Ιούνιο του 2012 έως το
τέλος του 2013. Ο Στουρνάρας ίδρυσε την IOBE, που ήταν ινστιτούτο που
ανέλυε τις οικονομικές τάσεις και παρείχε ακριβές σπουδές στη ΣΒΙΕ
φαρμακευτικών τάσεων. Η MINDWORK πραγματοποίησε πληρωμές σε
φαρμακευτικές εταιρίες για τη Novartis. H MINDWORK χρησιμοποιήθηκε για
παροχή συμβουλών, έρευνα αγοράς και άλλες υπηρεσίες. Για παράδειγμα, μία
εκδρομή οργανώθηκε σε ελληνικά νησιά για δημοσιογράφους. Υπήρχαν
φωτογραφίες που λήφθηκαν κατά το ταξίδι και κύριος ομιλητής ήταν ο FNU
ΚΥΡΙΟΠΟΥΛΟΣ, διευθυντής της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας (γνωστός στον
συντάκτη ως Γιάννης Κυριόπουλος). Το ταξίδι περιελάμβανε αυξημένη
τιμολόγηση ποσών μέσω της MINDWORK. Το αληθές ποσό του ξενοδοχείου και
των γευμάτων ήταν το μισό από την αξία τιμολόγησης. Η MINDWORK ήταν ο
οργανωτής και αποζημιώθηκε για την συμμετοχή στο συνέδριο. Το ποσό των
4.000 Ευρώ ήταν χαμηλό σε σχέση με τα ποσά προηγούμενων ετών».
Ο Μαυρίκος, ο Χατζηνικολάου και το σύστημα ξεπλύματος των ΜΜΕ
Όπως περιγράφεται στα έγγραφα του FBI, ο τρόπος με τον οποίο γίνονταν
οι δωροδοκίες ήταν μέσω συγκεκριμένων ΜΜΕ (ακόμα και με ιστοσελίδες που
δημιουργούνταν αποκλειστικά με στόχο να λάβουν τη διαφήμιση της
Novartis), τα οποία ελαμβάναν τη διαφήμιση και επέστρεφαν στην
πολυεθνική το ένα τρίτο της τιμολόγησης, το οποίο στη συνέχεια δινόταν
σε κρατικούς αξιωματούχους.
«Η Novartis ξέπλυνε σημαντικά χρήματα μέσω εταιρειών ΜΜΕ και
διαφήμισης. Για παράδειγμα, μεταξύ της 28ης Δεκεμβρίου του 2009 έως και
τον Μάιο του 2014, μόνο μέσω της Βουλκίδης ΜΜΕ ξέπλυνε 1.049.160 ευρώ. Η
Novartis παρέλαβε 433.000 ευρώ από τα χρήματα που διοχετεύτηκαν, τα
οποία ο Φρουζής προώθησε σε κρατικούς αξιωματούχους στην Ελλάδα»
αναφέρεται, μεταξύ άλλων, το παραπάνω ενδεικτικό παράδειγμα.
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στα έγγραφα, κομβικός ρόλος προκύπτει
για τον εκδότη του οποίου το αυτοκίνητο κάηκε εν κινήσει με αποτέλεσμα
τον ακαριαίο θάνατό του, Παναγιώτη Μαυρίκο, για τον οποίο όπως
αναφέρεται, ο πρώην επικεφαλής της Novartis στην Ελλάδα, Κωνσταντίνος
Φρουζής, επεφύλασσε τον ρόλο του ξεπλύματος χρήματος.
Επίσης, ενδιαφέρον παρουσιάζει η αναφορά του ονόματος του
δημοσιογράφου και εκδότη, Νίκου Χατζηνικολάου, για τον οποίο τα έγγραφα
του FBI αναφέρουν πως έπαιζε τον ρόλο του μεσάζοντα μεταξύ της
πολυεθνικής φαρμακευτικής και των υπουργών. Συγκεκριμένα, αναφέρει τα
υπουργεία της Άμυνας, των Οικονομικών, της Ανάπτυξης και της Παιδείας.
Ακόμα, όπως αναφέρεται, σε αντάλλαγμα των υπηρεσιών αυτών, ο
παρουσιαστής του δελτίου ειδήσεων του ΑΝΤ1 φέρεται να λάμβανε αυξημένα
τιμολόγια του εκδοτικού του συγκροτήματος, με διαφημίσης αξίας 2.000
ευρώ για τις οποίες η Novartis πλήρωνε 3.000 ευρώ. Όπως αναφέρεται, η
διαφήμιση θα ήταν νόμιμη αλλά το τιμολόγιο προσαυξημένο, η Novartis
εξέδιδε τιμολόγια για τη REAL MEDIA άμεσα, ώστε ο εκδοτικός όμιλος να
πληρώνεται εντός τεσσάρων μηνών, αντί για το σύνηθες εννιάμηνο.
Για την αναφορά του ονόματός στην δικογραφία των ελληνικών αρχών, ο Χατζηνικολάου έχει απαντήσει, το 2018, ότι:
«Μου είπαν πως με αναφέρει ένας από τους τρεις μάρτυρες (σ.σ. της
υπόθεσης Novartis). Δεν έχω γνωρίσει ποτέ τον κ. Φρουζή. Τον ξέρω από
φωτογραφίες, τώρα τον είδα. Λένε πως έκανα δημόσιες σχέσεις και έναντι
ανταλλαγμάτων του έκλεινα ραντεβού. Αν όλη η δικογραφία είναι σαν την
αναφορά στο πρόσωπό μου αρχίζω κ ανησυχώ πάρα πολύ. Δεν τον γνωρίζω ούτε
κατ’ όψιν, τον είδα πρώτη φορά με τον θόρυβο που δημιουργήθηκε. Το δικό
μου μαγαζί, ένα μεγάλο μαγαζί 30-35 εκατ. τζίρο, δεν θα έκλεινε ραντεβού
με κανέναν σε κανέναν έναντι καταχώρησης ή διαφήμισης. Οποιοι δέχθηκαν
τηλεφώνημα από μένα για ραντεβού με τον Φρουζή να πάρουν τώρα
τηλέφωνο. Λένε ότι πήρα δυο-τρία χιλιάρικα όλα όλα. Αν και τα άλλα
στοιχεία της δικογραφίας είναι τέτοια, αρχίζω να αμφιβάλλω για τη
σοβαρότητα του θέματος».
Παράλληλα, ο Χατζηνικολλαου έχει αναφέρει
ότι «συναντήθηκε με τον Φρουζή 2 φορές στο γραφείο του», με τον
δημοσιογράφο να διευκρινίζει αμέσως μετά ότι «η μόνη περίπτωση αυτό να
συνέβη είναι αν με επισκέφθηκε στη Realnews, στο γραφείο μου, παρουσία
συναδέλφων δημοσιογράφων, ως εκπρόσωπος της Ένωσης Φαρμακοβιομηχανιών
για ενημέρωση για τα αιτήματα τους. Προσωπική συνάντηση δεν υπήρξε ποτέ»
και να προχωρεί σε αγωγές κατά του προστατευόμενου μάρτυρα που τον
εμπλέκει.
Οι προστατευόμενοι μάρτυρες
Στα έγγραφα του FBI υπάρχουν και αναφορές για τους μάρτυρες που έχουν
λάβει από τις αμερικανικές αρχές καθεστώς προστασίας, για τους οποίους
αναφέρεται πως πρόκειται για δύο υψηλά ιστάμενα στελέχη της Novartis και
μάλιστα σε διευθυντικές θέσεις, που είχαν «πρόσβαση και γνώση σε
αποδεικτικό υλικό αναφορικά με δωροδοκίες».
Αναλυτικά το απόσπασμα:
«Oι καταγγέλλοντες (στο εξής C1 και C2) είναι και οι δύο Έλληνες πολίτες και παρείχαν την ακόλουθη πληροφόρηση: o C1 προσελήφθη (και απασχολούνταν) από την Novartis Ελλάς S.A.C.I. (NVG) περίπου τον Ιούνιο του έτους 2008 έως τον Οκτώβριο του έτους 2014 ως Διευθυντής Επικοινωνίας και Συλλογικής Ευθύνης. Με αυτή την ιδιότητα ο C1 ήταν υπεύθυνος για τα μέσα και τις δημόσιες σχέσεις και πρωτοβουλίες πρόσβασης στην αγορά στην Ελλάδα. Ο C1 συνήθως εργαζόταν με κατώτερους ειδικούς μέσα στην NVG, συμπεριλαμβανομένων ειδικών υπεύθυνων για αύξηση της προσβασιμότητας της NVG στην αγορά συνταγογράφησης φαρμάκων στην Ελλάδα, στην ανάπτυξη και εφαρμογή στρατηγικών μέσων και προώθησης.
Ο C2 προσελήφθη από την NVG (και εργαζόταν εκεί) περίπου από τον Νοέμβριο του έτους 2006 μέχρι και τον Μάρτιο του έτους 2013, πρώτα ως Αντιπρόσωπος Πωλήσεων και αργότερα αναβαθμίστηκε σε Διευθυντή Πωλήσεων Πρώτης Γραμμής. Και υπό τις ανωτέρω δύο ιδιότητες, ο C2 ήταν υπεύθυνος για την επέκταση του δικτύου πωλήσεων για μία ποικιλία σκευασμάτων της Novartis στην Ελλάδα. Περίπου τον Μάρτιο του έτους 2013, ο C2 μετέφερε στo Tμήμα (generic) της Novartis τον Sandoz, όπου απασχολήθηκε σε διάφορες θέσεις, συμπεριλαμβανομένου του Διευθυντή Περιφερειακών Πωλήσεων. Ο C2 εγκατέλειψε την εταιρία περίπου τον Δεκέμβριο του έτους 2014.
Οι (αρμοδιότητες και) ευθύνες και των δύο καταγγελλόντων τους τοποθετούσαν σε εξαιρετική θέση εκ της οποίας είχαν πρόσβαση και γνώση σε αποδεικτικό υλικό αναφορικά με δωροδοκίες που έλαβαν χώρα από πλευράς της NVG σε αλλοδαπούς αξιωματούχους στην Ελλάδα, περιλαμβάνοντας μεταξύ άλλων εσωτερικά e-mail της Νovartis, παρουσιάσεις με PowerPoint, καταστάσεις που χρησιμοποιούνται κατά τη διερεύνηση ισολογισμών (διαγράμματα λογαριασμών καθολικού) και σε άλλα έγγραφα αφορώντα το σχέδιο της NVG το σχετιζόμενο με τις δωροδοκίες κυβερνητικών αξιωματούχων σε αντάλλαγμα της συνταγογράφησης προϊόντων της Novartis, καταστάσεις περιέχουσες ονοματεπώνυμα, ποσά και ημερομηνίες καταβολών σε συγκεκριμένους κυβερνητικούς αξιωματούχους και καταστάσεις εμφαίνουσες αυξημένες καταβολές σε εταιρίες μέσων ενημέρωσης που χρησιμοποιούνταν για ξέπλυμα χρήματος επί σκοπώ δωροδοκίας κυβερνητικών αξιωματούχων».
(ΠΗΓΗ: https://thepressproject.gr/)