(του Κώστα Χρυσόγονου,
καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου Νομικής Σχολής ΑΠΘ)
Από το 2010, οπότε εισήλθαμε στην εποχή των μνημονίων, η Ελλάδα έχει
καταντήσει χώρα δοσομανής. H πολιτική ζωή περιστρέφεται γύρω από την
εξασφάλιση της επόμενης κάθε φορά δόσης των δανείων και τους τρόπους
ικανοποίησης της αδηφάγου τρόικας, με συνεχείς νέες θυσίες κοινωνικών
και οικονομικών δικαιωμάτων των πολιτών. Το ίδιο συμβαίνει και το
τελευταίο τρίμηνο, με την κοινή γνώμη να βομβαρδίζεται διαρκώς από τα
μέσα μαζικής «ενημέρωσης» για το πόσο απαραίτητη είναι η δόση των 31,5
δισ. ευρώ για την «επανεκκίνηση» της ελληνικής οικονομίας, προκειμένου
να κοπάσουν οι κοινωνικές αντιδράσεις για τις τερατώδεις περικοπές
μισθών και συντάξεων, φορολογικές επιβαρύνσεις κ.λπ., τις οποίες
επιτάσσουν οι ξένοι δανειστές. (ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΙΔΙΟΙΣ ΟΜΜΑΣΙ: Τελευταίο αποκορύφωμα ξεφτίλας, ο γλοιωδώς τετριμμένος εκβιασμός του απερίγραπτου Στουρνάρα ότι "θα πεινάσουμε αν δεν έρθει η δόση", λες και αυτό δεν συμβαίνει ήδη και δεν θα διογκωθεί από το επόμενο κιόλας χρονικό διάστημα.)
Στην πραγματικότητα, η «ανταλλαγή» (δόση έναντι μέτρων) είναι καταπλεονεκτική. Από τα 31,5 δισ. των νέων δανεικών, τα 25 θα διατεθούν για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών. Δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι αυτά θα διοχετευθούν στην αγορά. Το πιθανότερο είναι πως τίποτα τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί. Και τούτο διότι αφενός δεν διαφαίνεται πως θα βρεθούν φερέγγυοι δανειολήπτες για τα 25 δισ., τη στιγμή κατά την οποία το ένα τέταρτο τουλάχιστον των υφιστάμενων σήμερα τραπεζικών δανείων έχουν παύσει να εξυπηρετούνται και επισήμως (πολύ μεγαλύτερο ποσοστό ανεπισήμως, με αναχρηματοδοτήσεις κ.λπ.), ενώ όλα τα περιουσιακά στοιχεία που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως εγγυήσεις απαξιώνονται διαρκώς, λόγω της τρομακτικής ύφεσης. Και αφετέρου διότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έχει παύσει από το Ιούλιο να δέχεται ελληνικά ομόλογα ως εγγύηση για τον δανεισμό των τραπεζών μας από αυτήν, με αποτέλεσμα οι πιστώσεις της προς τις τελευταίες να έχουν περιορισθεί στα περίπου 30 δισ. ευρώ. Το πιθανότερο είναι ότι τα 25 δισ. της ανακεφαλαιοποίησης θα χρησιμοποιηθούν αναγκαστικά για να μηδενισθεί σχεδόν ο δανεισμός των ελληνικών τραπεζών από την ΕΚΤ, δηλαδή δεν θα ωφελήσουν πρακτικά καθόλου την ελληνική οικονομία.
Ακόμη κι αν τα υπόλοιπα 6,5 δισ. διατεθούν για την εξόφληση υποχρεώσεων του ελληνικού Δημοσίου προς τους προμηθευτές του (ΣΧΟΛΙΟ ΙΔΙΟΙΣ ΟΜΜΑΣΙ: Ούτε καν αυτό δεν θα συμβεί, αφού τα 6,6 δις θα κατευθυνθούν σε ομόλογα που λήγουν), δεν πρόκειται να ενισχυθεί η πραγματική οικονομία με ρευστότητα επειδή η νέα δέσμη δημοσιονομικών μέτρων συνεπάγεται περικοπές δαπανών και επιβολή φόρων ύψους περίπου 8 δισ. ευρώ μέσα στο 2013. Αρα ό,τι μας δίνουν από τη μια τσέπη το χάνουμε, και με το παραπάνω, από την άλλη.
Το χειρότερο είναι ότι η νέα δέσμη μέτρων οδηγεί στην κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας και στην αποσύνθεση του κοινωνικού ιστού. Την τριετία 2010-2012 η μείωση του πρωτογενούς δημοσιονομικού ελλείμματος κατά 8 περίπου ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ (από -10% το 2009 σε -2% φέτος) επιτεύχθηκε με κόστος τη μείωση του εθνικού προϊόντος κατά περίπου 15 ποσοστιαίες μονάδες και την αύξηση της ανεργίας άλλες τόσες (από περίπου 10% το 2009 σε άνω του 25% σήμερα). Η νέα δέσμη μέτρων απειλεί να οδηγήσει τόσο την ύφεση όσο και την ανεργία σε επίπεδα τέτοια ώστε η ελληνική κοινωνία να βρεθεί κυριολεκτικά σε εμφυλιοπολεμική κατάσταση.
Με άλλες λέξεις, το «φάρμακο» του μνημονίου όχι μόνο δεν θεραπεύει την ασθένεια της υπερχρέωσης, αλλά σκοτώνει τον ασθενή. Αντί της ευπειθούς συμμόρφωσης στις επιταγές των δανειστών, θα έπρεπε να επιλέξουμε τη γραμμή της αντίστασης, επιβάλλοντας προσωρινά δασμούς στις εισαγωγές με επίκληση κατάστασης έκτακτης ανάγκης, κατά το άρθρο 347 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ετσι θα επιτυγχάναμε διπλό ωφέλιμο αποτέλεσμα, δηλαδή δημοσιονομική διόρθωση και ταυτόχρονα συγκριτική ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων και ανακοπή της ύφεσης και της ανεργίας. Το ζητούμενο, επομένως, είναι να βρεθεί ελληνική κυβέρνηση ικανή να πει το μεγάλο «όχι».
Στην πραγματικότητα, η «ανταλλαγή» (δόση έναντι μέτρων) είναι καταπλεονεκτική. Από τα 31,5 δισ. των νέων δανεικών, τα 25 θα διατεθούν για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών. Δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι αυτά θα διοχετευθούν στην αγορά. Το πιθανότερο είναι πως τίποτα τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί. Και τούτο διότι αφενός δεν διαφαίνεται πως θα βρεθούν φερέγγυοι δανειολήπτες για τα 25 δισ., τη στιγμή κατά την οποία το ένα τέταρτο τουλάχιστον των υφιστάμενων σήμερα τραπεζικών δανείων έχουν παύσει να εξυπηρετούνται και επισήμως (πολύ μεγαλύτερο ποσοστό ανεπισήμως, με αναχρηματοδοτήσεις κ.λπ.), ενώ όλα τα περιουσιακά στοιχεία που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως εγγυήσεις απαξιώνονται διαρκώς, λόγω της τρομακτικής ύφεσης. Και αφετέρου διότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έχει παύσει από το Ιούλιο να δέχεται ελληνικά ομόλογα ως εγγύηση για τον δανεισμό των τραπεζών μας από αυτήν, με αποτέλεσμα οι πιστώσεις της προς τις τελευταίες να έχουν περιορισθεί στα περίπου 30 δισ. ευρώ. Το πιθανότερο είναι ότι τα 25 δισ. της ανακεφαλαιοποίησης θα χρησιμοποιηθούν αναγκαστικά για να μηδενισθεί σχεδόν ο δανεισμός των ελληνικών τραπεζών από την ΕΚΤ, δηλαδή δεν θα ωφελήσουν πρακτικά καθόλου την ελληνική οικονομία.
Ακόμη κι αν τα υπόλοιπα 6,5 δισ. διατεθούν για την εξόφληση υποχρεώσεων του ελληνικού Δημοσίου προς τους προμηθευτές του (ΣΧΟΛΙΟ ΙΔΙΟΙΣ ΟΜΜΑΣΙ: Ούτε καν αυτό δεν θα συμβεί, αφού τα 6,6 δις θα κατευθυνθούν σε ομόλογα που λήγουν), δεν πρόκειται να ενισχυθεί η πραγματική οικονομία με ρευστότητα επειδή η νέα δέσμη δημοσιονομικών μέτρων συνεπάγεται περικοπές δαπανών και επιβολή φόρων ύψους περίπου 8 δισ. ευρώ μέσα στο 2013. Αρα ό,τι μας δίνουν από τη μια τσέπη το χάνουμε, και με το παραπάνω, από την άλλη.
Το χειρότερο είναι ότι η νέα δέσμη μέτρων οδηγεί στην κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας και στην αποσύνθεση του κοινωνικού ιστού. Την τριετία 2010-2012 η μείωση του πρωτογενούς δημοσιονομικού ελλείμματος κατά 8 περίπου ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ (από -10% το 2009 σε -2% φέτος) επιτεύχθηκε με κόστος τη μείωση του εθνικού προϊόντος κατά περίπου 15 ποσοστιαίες μονάδες και την αύξηση της ανεργίας άλλες τόσες (από περίπου 10% το 2009 σε άνω του 25% σήμερα). Η νέα δέσμη μέτρων απειλεί να οδηγήσει τόσο την ύφεση όσο και την ανεργία σε επίπεδα τέτοια ώστε η ελληνική κοινωνία να βρεθεί κυριολεκτικά σε εμφυλιοπολεμική κατάσταση.
Με άλλες λέξεις, το «φάρμακο» του μνημονίου όχι μόνο δεν θεραπεύει την ασθένεια της υπερχρέωσης, αλλά σκοτώνει τον ασθενή. Αντί της ευπειθούς συμμόρφωσης στις επιταγές των δανειστών, θα έπρεπε να επιλέξουμε τη γραμμή της αντίστασης, επιβάλλοντας προσωρινά δασμούς στις εισαγωγές με επίκληση κατάστασης έκτακτης ανάγκης, κατά το άρθρο 347 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ετσι θα επιτυγχάναμε διπλό ωφέλιμο αποτέλεσμα, δηλαδή δημοσιονομική διόρθωση και ταυτόχρονα συγκριτική ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων και ανακοπή της ύφεσης και της ανεργίας. Το ζητούμενο, επομένως, είναι να βρεθεί ελληνική κυβέρνηση ικανή να πει το μεγάλο «όχι».
(ΠΗΓΗ: http://www.real.gr/)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου